αλεσμένο

αλεσμένο
мелен

Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • άλευρο — το (Α ἄλευρον) (συνήθως στον πληθυντικό) τα άλευρα α) αλεσμένο σιτάρι β) κάθε αλεσμένο δημητριακό. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ἄλε υρ ον προέρχεται από επαυξημένη ρίζα τού ρήμ. ἀλῶ* «αλέθω». Παρόμοια επαύξηση (F(α)ρ/υρ) παρατηρείται στην αντίστοιχη αρμενιακή… …   Dictionary of Greek

  • κιμάς — ο 1. κρέας αλεσμένο με ειδική μηχανή ή ψιλοκομμένο με ειδικό μαχαίρι 2. φρ. «θα τόν κάνω κιμά όταν τόν δω» θα τόν χτυπήσω πολύ. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kiyma] …   Dictionary of Greek

  • νηματουργία — Οι διαδοχικές αναγκαίες επεξεργασίες που υφίστανται οι νιφάδες ινών (δηλαδή ίνες περιορισμένου μήκους, το πολύ 200 250 χιλιοστά) για να μετατραπούν σε ελαστικά και ανθεκτικά νήματα. Το νήμα μπορεί να θεωρηθεί ως κυλινδρικό σύμπλεγμα ινών με… …   Dictionary of Greek

  • ολοπυρίτης — ὁλοπυρίτης, ὁ (Α) φρ. «ὁλοπυρῑται ἄρτοι» ψωμιά κατασκευασμένα όχι από αλεσμένο ή κοπανισμένο, αλλά από βρασμένο σιτάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁλ(ο) * + πυρίτης «ψωμί από σιτάρι»] …   Dictionary of Greek

  • Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… …   Dictionary of Greek

  • ηφαιστειακή ή θηραϊκή γη — Ηφαιστειακή σποδός που προέρχεται από το ηφαίστειο της Σαντορίνης και καλύπτει σχεδόν όλη την επιφάνεια των νησιών Σαντορίνη, Θηρασία και Ασπρονήσι, με στρώμα πάχους 15 50 μ. Το χρώμα της είναι κοκκινωπό ή καφέ και χημικά αποτελείται κυρίως από… …   Dictionary of Greek

  • κβας — (kvas). Ρωσικό οινοπνευματώδες ποτό. Παρασκευάζεται από αλεσμένο κριθάρι, στο οποίο ρίχνουν ζεστό νερό, από ψωμί που έχει υποστεί ζύμωση ή από τον χυλό ορισμένων ξινών φρούτων, σύμφωνα με τη μέθοδο παρασκευής του μηλίτη. Το κ. δεν διατηρείται και …   Dictionary of Greek

  • Κουνέλης, Ιωάννης — (Πειραιάς 1936 –). Ζωγράφος. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Ρώμης. Το 1960, πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του, πραγματοποίησε την πρώτη προσωπική του έκθεση στην γκαλερί La Tartaruga της Ρώμης, με τίτλο Το Αλφάβητο του Κουνέλη.… …   Dictionary of Greek

  • Σφακτηρία — Νησί στο Ιόνιο πέλαγος που κλείνει το φυσικό λιμάνι της Πύλου. Το 424 π.Χ., τον έβδομο χρόνο του Πελοποννησιακού, έγιναν εκεί αιματηροί αγώνες ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες. Ο Ηρόδοτος γράφει ότι στην εποχή του, το νησί ήταν… …   Dictionary of Greek

  • ταχίνι — το (λ. τουρκ.), πολτός από αλεσμένο σουσάμι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”